Έκθεση Γραφείου ΟΕΥ της Πρεσβείας μας στο Βελιγράδι
"ΑΓΡΟΕΚΦΡΑΣΗ" 06-08-2022
Μέχρι τώρα, οι Σέρβοι θεωρούνταν συντηρητικοί στις καταναλωτικές τους συνήθειες αναφορικά με τη χρήση των βρώσιμων ελαίων. Λόγω κλιματολογικών και εδαφολογικών συνθηκών, τα ελαιόδεντρα δεν αναπτύσσονται στη Σερβία και για αυτό το λόγο δεν υφίσταται εγχώρια παραγωγή ελαιόλαδου ή επιτραπέζιας ελιάς. Αντιθέτως είναι σημαντική η παραγωγή σπορελαίου και ειδικότερα καλαμποκελαίου και ηλιελαίου. Τα προϊόντα που εμπίπτουν στο αραβοσιτέλαιο, το φοινικέλαιο, το κραμβέλαιο (λάδι κανόλα) και το σογιέλαιο δεν είναι αμελητέα στη Σερβία. Το ηλιέλαιο παραμένει ο πιο δημοφιλής και φθηνότερος τύπος βρώσιμου λαδιού στη χώρα, ωστόσο, το μερίδιο του μειώθηκε ελαφρά τα τελευταία χρόνια. Το ελαιόλαδο, προοδευτικά, αναδεικνύεται ως εναλλακτική λύση για το ηλιέλαιο.
Η κατανάλωση ελαιολάδου και επιτραπέζιας ελιάς στη Σερβία έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αφενός λόγω των εισαγωγών Σέρβων τουριστών στο Μεσόγειο και της γνώσης τους με τη μεσογειακή διατροφή, αφετέρου λόγω της βελτίωσης του βιοτικού τους επιπέδου. Η τάση αυτή οδηγεί σε αλλαγή διατροφικών συνηθειών και στην υιοθέτηση πιο υγιεινής διατροφής. Παρόλα αυτά η κατανάλωση ελαιολάδου περιορίζεται στις σαλάτες ενώ στην κουζίνα οι Σέρβοι προτιμούν τα σπορέλαια . Ο κύριος όγκος εισαγωγών παρθένου ελαιολάδου προέρχεται από την Ιταλία, την Ελλάδα, ή την Ισπανία . Η Ιταλία και η Ελλάδα κατέχουν, περίπου, το 90% της αγοράς.
Προτάσεις - Προωθητικές δράσεις
Οι γνωστές κλαδικές ‟αδυναμίες‟ παραγωγής ή διεθνούς προώθησης ελληνικού ελαιόλαδου (πχ μη τυποποίηση, μη προβολή-διαφήμιση ή γενικότερα ''μάρκετινγκ'' κλπ), είναι αλληλένδετες με τις εξαγωγικές επιδόσεις του εν λόγω π
ροϊόντος σε πολλές ξένες αγορές, όπως της Σερβικής. Δεδομένου ότι ‟παραδοσιακά‟ οι ελληνικές εξαγωγές ελαιόλαδου πραγματοποιούνται, κυρίως, σε μορφή χύμα, κύριος εθνικός στόχος είναι να μεταβληθούν οι όροι της εμπορίας του, αυξάνοντας την προστιθέμενη αξία του και τααντίστοιχα αποτελέσματα από τη διάθεσή του στο εξωτερικό.
Αυτή η εξάλλου η πολιτική ακολουθείται από τους ανταγωνιστές μας επί δεκαετίες και κρίνεται σκόπιμο να υπενθυμιστεί ακόμη μια φορά.
Η ανωτέρω πολιτική σημαίνει εξαγωγή σε επώνυμες συσκευασίες ειδικών προδιαγραφών με τρόπο που να αποκτήσει αναγνωσιμότητα και σταθερή παρουσία, ώστε να απολαμβάνει υψηλότερους τιμών, ανάλογους της ποιότητάς του. Επί δεκαετίες προτείνονται από εμπειρογνώμονες, σχετικά δύσκολες στην εφαρμογή τους, αλλά απαραίτητες διαρθρωτικές μεταβολές όπως:
ι. τη συμπίεση του κόστους παραγωγής (κυρίως μέσω συγκέντρωσης σε όλα τα στάδια παραγωγής)
ιι. την αύξηση του μεριδίου που τυποποιείται και
ιιι τη διαμόρφωση μιας συνεπούς και όχι αποσπασματικού χαρακτήρα στρατηγικής εξαγωγικού ‟marketing‟.
Υπενθυμίζονται, συνοπτικά, μερικές παραδοσιακές προτάσεις που αναφέρουν τόσο την αναδιάρθρωση του κλάδου όσο και αυτά που τους παραγωγούς και εξαγωγείς ελαιόλαδου :
-Υιοθέτηση πολιτικών οργανώσεων και ελέγχου ποιότητας, περιορισμούς της φοροδιαφυγής κλπ, με σκοπό τη συμβολή τους στην ουσιαστική στροφή προς το τυποποιημένο ελαιόλαδο .
-Συνένωση ή άμεση συνεργασία των μικρών αγροτεμαχίων – ελαιώνων καθώς και ελαιοτριβείων, με αποτέλεσμα τη δημιουργία και την απόκτηση οικονομιών κλίμακας . Η προσπάθεια αυτή αποσκοπεί στην ύπαρξη εταιριών ή συνεταιρισμών με την απαιτούμενη οικονομική επιφάνεια για τη στήριξη αποτελεσματικών εξαγωγικών προγραμμάτων, καθώς και τη διερεύνηση αγορών του εξωτερικού. Παρά την δυσκολία ενός τέτοιου εγχειρήματος, υπάρχουν ήδη ανάλογα συστήματα διδακτικά παραδείγματα άλλων κλάδων (πχ Μαστιχοπαραγωγών Χίου-βλ. αλυσίδα κατ/των ''Mastic Shop'').
-Εφαρμογή της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης , με σκοπό την «τακτοποίηση του κόστους» και την «καλύτερη» τιμή» που προσδοκούν τα παράγωγα. Το σύστημα Ολοκληρωμένης Διαχείρισης βασίζεται στην τήρηση των νομικών απαιτήσεων, την ορθολογική χρήση όλων των εισαγωγών (πχ την παρακολούθηση και τον έλεγχο όλων των ''φάσεων παραγωγής '' ) με στόχο την προστασία του καταναλωτή και του περιβάλλοντος, και την παραγωγή επώνυμων, ποιοτικών, ασφαλών και ανταγωνιστικών προϊόντων.
-Σταδιακή αναβάθμιση της τεχνολογίας των ελαιοτριβείων (κυρίως μέσω αντικατάστασης των τριφασικών από διφασικά) που εκτιμάται ότι μπορεί να περιορίσει σημαντικά το κόστος παραγωγής .
Οι ανωτέρω αρχές του ιδιωτικού τομέα στο πλαίσιο εθνικής στρατηγικής προώθησης του ελληνικού ελαιόλαδου, αποσκοπούν να εξαλειφθούν ο κίνδυνος περιορισμού του επώνυμου ελληνικού ελαιόλαδου σε μικρές ομογενειακές αγορές. Ή ακόμη, μέρος των χυμών ελληνικών εξαγωγών μας στην Ιταλία να αντικατασταθεί με εξαγωγές συσκευασμένου ελαιόλαδου βάσει της μεθόδου της ιδιωτικής ετικέτας ή private label (πχ μέσω μεγάλων, επώνυμων, ξένων ‟super markets‟ κλπ).
Όσον αφορά τους εξαγωγείς μας, απαιτείται μεγαλύτερη γνώση των διεθνών αγορών και των ιδιαιτεροτήτων τους, όπως της Σερβικής και της χρήσης των ‟εργαλείων‟ του εξαγωγικού ‟μάρκετινγκ‟.
Αναζήτηση Επιστημονικού Συνεργάτη για υποστήριξη των δραστηριοτήτων του ΣΕΔΗΚ Για πληροφορίες πατήστεεδώ. |
Είναι γεγονός ότι η τελευταία πενταετία η αγορά ελαιόλαδου και επιτραπέζιων ελιών στη Σερβία έχει παρουσιάσει αύξηση, στο πλαίσιο της ανωτέρω τάσης αλλαγής καταναλωτικών συνηθειών, υιοθετώντας πιο υγιεινό τρόπο διατροφής. Το μερίδιο του ελληνικού ελαιόλαδου είναι περιορισμένο διότι διατίθεται, κυρίως, από ελληνικούς συμφερόντων σημεία πώλησης (πχ αλυσίδα Super Vero κλπ) και λιγότερο από άλλες, μεγαλύτερες αλυσίδες.
Οι ανωτέρω λόγοι επιβάλλουν τη δρομολόγηση σειράς δράσεων για την αύξηση του μεριδίου του ελληνικού ελαιολάδου και της ελιάς στη σερβική αγορά. Οι δράσεις αυτές θα πρέπει να αξιοποιήσουν τη γενικότερη εικόνα που επικρατεί για την ελληνική κουζίνα, ως ιδιαίτερα ευγενής και υγιεινής, καθώς και τη συνεχή επέκταση των δικτύων διανομής, ‟super markets‟, εγχώριων και ξένων, όπως αναφέρουμε κατωτέρω (βλ. Κεφάλαια 4, 5 και 6).
Η ελληνική βιομηχανία τροφίμων (περιλαμβάνει ελαιόλαδου, ελαιών), έχοντας συσσωρεύσει πολύτιμη εμπειρία στη βαλκανική αγορά κατά την τελευταία εικοσαετία, μπορεί, με στοχευμένες ενέργειες, να εδραιώσει και να ενισχύσει την παρουσία της, όπως έπραξαν και πράττουν οι ανταγωνιστές μας. Τέτοιες ενέργειες άμεσου και έμμεσου αποτελέσματος, είτε αυτοτελώς, είτε συντονισμένη προσπάθεια φορέων και προϊόντων, θα μπορούσαν να είναι οι παρακάτω:
-Ανάδειξη και προβολή των πλεονεκτημάτων της ελληνικής κουζίνας και ιδιαίτερα των ευεργετικών για την υγεία ιδιοτήτων του παρθένου ελαιόλαδου, με συχνές επιστημονικές κλπ δημοσιεύσεις στον τύπο και στα περιοδικά.
-Πραγματοποίηση διαφημιστικών εκστρατειών (βασική προϋπόθεση) που βοηθούν τον καταναλωτή να εκτιμήσει το παρθένο ελαιόλαδο, αφεθεί να δημιουργηθεί η κατανάλωση ‟κουλτούρα‟ κατανάλωσης ελληνικού παρθένου ελαιόλαδου σε σχέση με ανταγωνίστριες χώρες, εκμεταλλευόμενος το συγκριτικό, κυρίως ποιοτικό μας,. Οι κύριοι ανταγωνιστές μας προβαίνουν σε συνεχείς διαφημιστικές εκστρατείες, τόσο στη Σερβία όσο και σε πολλές άλλες χώρες-σγορές στόχους τους (πχ Ασία, Βαλκάνια κλπ), ενώ η αντίστοιχη προβολή του ελληνικού ελαιόλαδου παραμένει σχεδόν ανύπαρκτη επί δεκαετίες.
-Διείσδυση τομέα των εστιατορίων και στα ξενοδοχεία όπου χρησιμοποιείται, κυρίως, ιταλικό και ισπανικό ελαιόλαδο, καθώς και προώθηση ελληνικού πολτού ελιάς.
-Χρήση βασικής συσκευασίας στα σερβικά, με προτάσεις χρήσης προϊόντος.
-Ανάδειξη και προβολή ελαιοπαραγωγικών περιοχών της Ελλάδας, ούτως ώστε, να αντιμετωπιστεί μελλοντικά η διαφοροποίηση στις τιμές, στο πλαίσιο της προστατευόμενης ονομασίας προελεύσεως (ΠΟΠ).
-Συμμετοχή Εξαγωγέων μας, σε έγκαιρα προετοιμασμένες και οργανωμένες επιχειρηματικές αποστολές.
-Ένταξη της Σερβίας στις αγορές – στόχους και σε δράσεις όπως το οδοιπορικό «οι δρόμοι του λαδιού και της ελιάς».
-Πραγματοποίηση “εβδομάδων ελληνικών τροφίμων”, με ιδιαίτερη προβολή και γευσιγνωσία ελαιόλαδου, αρχικά στα ‟super markets‟, ξενοδοχεία ή ελληνικών συμφερόντων και σε δεύτερο στάδιο σε άλλες αλυσίδες κ.λπ.
-Οργάνωση εβδομάδας ελληνικής γαστρονομίας σε μεγάλα ξενοδοχεία με πρόσκληση-συμμετοχή Ελλήνων μαγείρων, ντόπιων δημοσιογράφων και προβολή στα τοπικά ΜΜΕ.
Για να δείτε ολόκληρη τη μελέτη κάντε κλικ εδώ.