Σήμα κινδύνου από τους παραγωγούς
"ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ" 11-03-23, Γράφει ο Αντ. Παντινάκης
Η ξηρασία εξατμίζει και στερεύει τις ελπίδες για την επόμενη ελαιοκομική περίοδο στην Κρήτη! Παραγωγοί προεξοφλούν από τώρα ότι οδεύουμε, με μαθηματική ακρίβεια, σε μία χρονιά “κενή” έως και καταστροφική για το προϊόν, λόγω της παρατεταμένης ανομβρίας, με άμεσες και δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία του νησιού! Ακόμη κι αν ο Μάρτης “κρύβει” βροχές – πράγμα δύσκολο με τα υπάρχοντα δεδομένα που παραπέμπουν σε άνετη επικράτηση της άνοιξης και της καλοκαιρίας – η κατάσταση θεωρείται μη αναστρέψιμη από πολλούς. “Μάννα εξ ουρανού” θα ήταν για τον πρωτογενή τομέα να άνοιγαν οι ουρανοί και να έπεφτε λίγο η θερμοκρασία, αλλά και πάλι δεν θα αρκούσε εδώ που φτάσαμε. Η ζημιά έχει γίνει ήδη λόγω του ήπιου χειμώνα που αφήσαμε πίσω μας.
Ο αγροτικός κόσμος είναι ανάστατος και προβληματισμένος, κλίμα που επιβεβαιώνει η έκτακτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Οργάνωσης Αμπελουργών και Ελαιοπαραγωγών Κρήτης, την ερχόμενη Δευτέρα, στις 7 το απόγευμα, στην έδρα της, στο Πολύκεντρο του Προφήτη Ηλία Ηρακλείου. Στην ατζέντα της συζήτησης θα είναι η νέα ΚΑΠ και οι ιδιαιτερότητες της Κρήτης, η φετινή αναβροχιά και οι σχετικές πρωτοβουλίες που πρέπει να ληφθούν, καθώς επίσης και τα κόκκινα δάνεια των αγροτών.
Δεν έχουμε χειμώνα, δεν έχουμε (πολλές) ελπίδες
“Δυστυχώς πάμε σε μία χρονιά η οποία θα είναι κενή από ελαιόλαδο λόγω της ξηρασίας” προέβλεψε σε δηλώσεις του στην “Κ.Ε” ο πρόεδρος της Οργάνωσης Αμπελουργών και Ελαιοπαραγωγών Κρήτης Πρίαμος Ιερωνυμάκης, κάνοντας λόγο για προδιαγεγραμμένα πράγματα: “Θα υπάρχει τεράστια έλλειψη στο προϊόν του χρόνου. Με τα τωρινά δείγματα, θα έχουμε 70-80% μείωση στην παραγωγή!” προειδοποίησε. “Έχουμε την εμπειρία και γνωρίζουμε τις ελιές. Δεν είμαστε γεωπόνοι, αν και πρακτικά είμαστε γιατί γνωρίζουμε το κάθε δέντρο που καλλιεργούμε, όπως είναι η ελιά και το αμπέλι, τι μπορεί να αποδώσει. Διαφαίνεται αν μπορεί να καρπίσει η ελιά ή όχι. Η ελιά, λοιπόν, θέλει πότισμα το χειμώνα και την άνοιξη, τον πρώτο μήνα – κι ειδικότερα το πρώτο δεκαήμερο” εξήγησε. “Νερά δεν έχει κάνει, με αποτέλεσμα η ελιά όταν δεν έχει υγρασία το έδαφος αυτή την περίοδο, αυτό το οποίο αρδεύεται είναι ένα ποσοστό πολύ μικρό, ενδεχομένως όχι πάνω από το 10% (6-7% περίπου). Το αποτέλεσμα είναι ότι θα έχουμε σίγουρα μία χρονιά η οποία θα είναι καταστροφική για την Κρήτη όσον αφορά την παραγωγή. Η ελιά φαίνεται από τώρα, από το χρώμα της. Τα δείγματα που έπρεπε να υπάρχουν, δεν τα έχουμε. Κι αυτό συμβαίνει γιατί δεν έχουμε χειμώνα”.
“Σίγουρα είναι ανησυχητικά τα δείγματα”, επιβεβαίωσε στην “Κ.Ε.” η κα Ευθυμία Βιδάκη, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου, κρατώντας πάντως χαμηλούς τόνους: “Όταν έχει περάσει ένας χειμώνας ο οποίος στην ουσία δεν ήταν χειμώνας , σίγουρα δεν θα έχουμε ικανοποιητική ανθοφορία. Αλλά περιμένουμε, δεν έχουμε τι να κάνουμε. Νερό δεν είχε, κρύο δεν είχε, άρα το τι θα γίνει στο τέλος θα μας το δείξει η αυτοψία, εν τοις πράγμασι”.
Η κα Βιδάκη ξεκαθάρισε πώς “δεν μπορούμε να κρίνουμε και να προδιαγράψουμε το μέλλον από μία χρονιά – κι άλλες φορές στο παρελθόν έχουν υπάρξει τέτοια φαινόμενα. Δεν ήταν ο μοναδικός ελαφρύς χειμώνας (ο φετινός) που δεν ήταν επί της ουσίας χειμώνας”.
Πλήρη εικόνα για το τι συμβαίνει σε όλη τη Μεσόγειο και για το πού ακριβώς βρίσκεται η πατρίδα μας, θα έχουμε τον επόμενο μήνα, υποστήριξε ο κ. Ιερωνυμάκης, παραδεχόμενος πώς “δεν γνωρίζουμε τα αποτελέσματα της ξηρασίας σε άλλες χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία”.
Μεγάλος ο κύκλος των εργασιών, περιορισμένα τα έσοδα
Η σεζόν που έφυγε ήταν καλή και ως προς την ποιότητα και ως προς την ποσότητα του λαδιού. Το Ρέθυμνο, σύμφωνα με την προϊσταμένη της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου, σχεδόν έπιασε τους 10.000 τόνους. Και να σκεφτεί κανείς ότι έμειναν αμάζευτες ελιές λόγω έλλειψης εργατών. Η ακρίβεια, απ’ την άλλη, πέρασε από … κόσκινο τα έσοδα των παραγωγών, αφήνοντας στο τελικό ταμείο σαφώς λιγότερα χρήματα απ’ αυτά που προϊδέαζε η αρκετά καλή τιμή του προϊόντος, το οποίο άγγιξε μέχρι και τα πέντε ευρώ το κιλό! Μόνο τα λιπάσματα – χώρια οι μεταφορές – έφταναν και περίσσευαν για να εκτινάξουν τα έξοδα της ελαιοκαλλιέργειας!
Παρεμπιπτόντως, το λάδι εξακολουθεί να πωλείται από 4,80 έως πέντε ευρώ, κατά μέσο όρο, έχοντας μικρές ανοδικές τάσεις. Οι διαθέσιμες ποσότητες είναι λίγες, αφού οι περισσότερες έχουν “φύγει” στην αγορά. “Είναι μία καλλιέργεια που δημιουργεί μεγάλο κύκλο εργασιών, ιδιαίτερα θετικών, για την τοπική οικονομία – το ίδιο και ο αμπελώνας μας. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, πρέπει να τυγχάνουν ιδιαίτερης πολιτικής μέριμνας” τόνισε ο κ. Ιερωνυμάκης, συνυπολογίζοντας: “Εφέτος η Κρήτη έβγαλε 120.000 τόνους λάδι, αποτέλεσμα αν το λογαριάσουμε με τα πέντε ευρώ που κατά μέσο όρο πωλούνταν το προϊόν (το κιλό), φτάνουμε τα 600 εκατομμύρια. Βάζοντας όμως τα εργατικά χέρια, τις μεταφορές, την τυποποίηση, τα λιπάσματα και τα φάρμακα, ο κύκλος εργασιών ανεβαίνει στο 1 δισεκατομμύριο ευρώ!”.
Η άκαρπη συνάντηση και οι ιδιαιτερότητες της Κρήτης
Ο πρόεδρος της Οργάνωσης Αμπελουργών και Ελαιοπαραγωγών Κρήτης παρέστη τις προάλλες σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στο Υπουργείο, παρουσία κτηνοτροφικών συλλόγων κι άλλων συναρμόδιων φορέων. Ο κ. Ιερωνυμάκης κατά πληροφορίες διαφώνησε με την εξέλιξη της κουβέντας που περιστράφηκε γύρω από τη νέα ΚΑΠ και τα προβλήματα εν γένει του πρωτογενούς τομέα, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει στο πρώτο μισάωρο! “Τα πράγματα είναι πάρα πολύ σοβαρά. Παραμένουμε σταθεροί στις θέσεις μας, τις οποίες έχουμε αποστείλει κι επιμένουμε προς αυτές” διεμήνυσε ο πρόεδρος των Ελαιοπαραγωγών.
Η ανομβρία εγκυμονεί, όπως είπε, κινδύνους όχι μόνο για τις ελιές αλλά και για τα αμπέλια της Κρήτης. Συνεπώς, το πλήγμα θα είναι πολλαπλό. Για τη νέα ΚΑΠ, ο κ. Ιερωνυμάκης τεκμηρίωσε ποια είναι το σημείο τριβής: “Διαφωνούμε με το να γίνει μία ενιαία πολιτική σε όλη την Ελλάδα. Η Κρήτη πρέπει να μπει σε ξεχωριστή πολιτική στη νέα ΚΑΠ, για το λόγο του ότι έχει ιδιαιτερότητες. Μία από αυτές είναι ότι δεν εντάσσεται στη νησιωτική πολιτική που εντάσσονται τα υπόλοιπα νησιά. Επίσης, τα εδάφη είναι επικλινή – άρα μικρός ο κλήρος. Και ταυτόχρονα, αυτό το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση επιβάλλει και προτείνει όσον αφορά τους περιβαλλοντικούς όρους, το έχουμε εδώ: έχουμε ένα απέραντο δάσος από ελαιώνες και αμπελώνες που ακουμπούν περίπου το 80% της καλλιεργήσιμης έκτασης. Αυτές οι δύο καλλιέργειες παίζουν σημαντικότατο ρόλο στο νησί μας και πρέπει να τυγχάνουν ιδιαίτερης προσοχής”.