Απέχουν όμως πολύ από τις τιμές Ιταλίας και Ισπανίας.
Οι μειοδοτικοί διαγωνισμοί των αγοραστών και οι πλειοδοτικοί των Συν/σμών.

 

Γράφει ο Ν.Μιχελάκης*

Σκαλί, σκαλί ανεβαίνουν οι τιμές παραγωγού στην Κρήτη και στις άλλες ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας, αλλά βρίσκονται ακόμη πολύ χαμηλά σε σχέση με τις τιμές στην Ισπανία και Ιταλία οι οποίες ήδη πλησίασαν αρκετά τα προ της καθοδικής κίνησης επίπεδα.


times 310718Έτσι, σύμφωνα με το Δελτίο Τιμών του ΣΕΔΗΚ της 24-7-18, οι τιμές παραγωγού για έξτρα παρθένο (Οξύτητας 0,3%) κυμάνθηκαν στην Κρήτη απο 2,70-3,20 €/κ και στην Πελοπόννησο απο 2,80-2,90 €/κ. Τις μεγαλύτερες τιμές στην Κρήτη προσέφεραν οι Αγρ. Συν/σμοι: Αχλαδίων Σητείας (3,20€/κ) και Εμπάρου Ηρακλείου (3,10€/κ)
Αντίθετα στην Ιταλία οι μέγιστες τιμές απο 4,20€/κ που ηταν αρχές Ιουνίου έφτασαν στα 4,70€/κ στα τέλη Ιουλίου και ο μ.ο. σε επίπεδο χώρας έφτασε στα 4,34€/κ.


Επομένως οι μέγιστες τιμές στην Ιταλία ηταν υψηλότερες απο εκείνες στην Κρήτη κατά +1,50€/κ, δηλαδη κατά 50% περίπου!


Παράλληλα και στην Ισπανία, οι μέγιστες τιμές απο 2,95€/κ στα τέλη Ιουνίου έφτασαν στα 3,60€/κ στα τέλη Ιουλίου σημειώνοντας διάφορα + 0,65€/κ.


Κατά συνέπεια, η διαφορά τιμών μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, Ισπανίας, όχι μόνο εξακολουθεί να υπάρχει, αλλά συνεχώς να αυξάνεται, με συνέπεια την μετατόπιση εισοδήματος αρκετών εκατομμυρίων ευρώ κάθε χρόνο απο τους ελαιοπαραγωγούς στους πάσης φύσεως μεσίτες και μεγάλους αγοραστές, όπως αναλύθηκε σε προηγούμενα ΕΛΑΙΟΝΕΑ για τις εξαγωγές από Κρητη.


Οπωσδήποτε, οι βασικές αιτίες, όχι της πτώσης τιμών αλλά της συνεχιζόμενης υπερβολικής διαφοράς τους από τις τιμές Ιταλίας, που είναι της τάξεως του 30-40 % πρεπει να αναζητηθούν στην διάρθρωση της εσωτερικής μας αγοράς. Και κυριότερες αυτές είναι ο κατακερματισμός της προσφοράς και η αδιαφάνεια στην αγορά χύμα.


Οι πολυάριθμοι μεσάζοντες του χύμα, που στην Κρήτη μόνο αριθμούν πάνω από 500, τελικά χωρίς ίσως να το αντιλαμβάνονται εξυπηρετούν τα σχέδια των μεγάλων αγοραστών του εξωτερικού. Με τις συνεχώς χαμηλές τιμές, που ως μεσάζοντες ή εκπρόσωποι μεγάλων αγοραστών, προσφέρουν στους παραγωγούς, τελικά συμβάλλουν στο να αγοραστεί, κάθε φορά, προϊόν από τους πλέον «πιεσμένους» από αυτούς.! Αν δε, δεν βρεθούν οι αναγκαίες ποσότητες οι τιμές ανεβαίνουν κατά 5 έως 10 λεπτά προς «άγραν» άλλων, λιγότερο «πιεσμένων» κ.ο.κ. όπως γίνεται τις μέρες αυτές. Έτσι, τελικά η αγορά λειτουργεί ως ένας συνεχής, τεράστιος μειοδοτικός διαγωνισμός που διεξάγουν οι αγοραστές σε καθημερινή βάση.


Μόνη απάντηση σε αυτά, είναι η διάθεση με πλειοδοτικούς διαγωνισμούς των παραγωγών, που ήδη κάνουν λίγοι Συν/σμοί (Ζάκρος, Κριτσά, Έμπαρος κ.α.) ανεβάζοντας τις τιμές κατά 40-50 λεπτά πάνω, όχι μόνο για τους Συν/σμους τους, αλλά και για την γύρω περιοχή. Ο ΣΕΔΗΚ με την με την έκδοση του μοναδικού στην χώρα εβδομαδιαίου Δελτίου Τιμών επώνυμων επιχειρήσεων και την προώθηση των διαγωνισμών τους οποίους δημοσιεύει στην Ιστοσελίδα του, ασφαλώς συμβάλλει σημαντικά στην διαφάνεια της αγοράς. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό. Για μια σημαντική αλλαγή απαιτείται η συνέργεια και άλλων υπηρεσιών, φορέων και ιδίως των παραγωγών!.

 

*Ο  Νίκος Μιχελάκης ειναι Δρ. Γεωπόνος, πρώην Δ/ντης του Ινστιτούτου Ελιάς Χανίων και Επιστ. Σύμβουλος του ΣΕΔΗΚ. Τα κείμενα των άρθρων του εκφράζουν προσωπικές του απόψεις και δεν απηχούν κατά ανάγκη τις απόψεις του ΣΕΔΗΚ. Μπορούν να αναδημοσιευτούν μονό μετά απο άδεια του ίδιου. (Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.)