Εκκλησάκι ... μέσα σε δέντρο 300 ετών!

 

ΕΦ. ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΜΕΣΣΑΡΑΣ, 13-06-2017

Tο ιδιαίτερο έως «αξιοπερίεργο» εκκλησάκι που χτίστηκε προς τιμήν του Αγίου Παΐσιου,... μέσα σε ένα δέντρο (!), και συγκεκριμένα μια βελανιδιά 300 ετών, στο Νομό Ιωαννίνων, στο χωριό Αγία Βαρβάρα στην Κόνιτσα της Ηπείρου, κοντά στα Αλβανικά σύνορα, αναμένεται να γίνει πόλος έλξης καθώςαποτελεί ένα πολύ σπάνιο ναό που προσελκύει ήδη το ενδιαφέρον.


dentroklissia1Το εκκλησάκι για τον Παϊσιο δεν δημιουρ- γήθηκε τυχαία στο χωριό Αγία Βαρβάρα, αφού από δω περνούσε στα νεανικά του χρόνια ο Άγιος πηγαίνοντας στο κοντινό χωριό Αμάραντος, για να εκτελέσει ξυλουργικές εργασίες και επισκευές σε ντόπιες οικίες.


Το υπεραιωνόβιο δέντρο στο εσωτερικό του είχε υποστεί αρκετές φορές καταστροφές και πυρκαγιές. Ταξιδιώτες σταματούσαν εκεί, έμπαιναν μέσα στο εσωτερικό του δέντρου και άναβαν φωτιά για να ζεσταθούν. Χάρη, όμως, στην ιδέα και πρωτοβουλία του κατοίκου του χωριού Αγία Βαρβάρα, Χάρη Πορέτση, το δέντρο σώθηκε για να μετατραπεί σε προσκυνηματικό τόπο του Άγιου Παΐσιου. Το αδύ¬ναμο ευλογημένο δέντρο θωρακίστηκε εσωτερικά με πέτρα από την περιοχή και μετατράπηκε σε δενδροκκλησιά. Το ύψος της εκκλησίας είναι 2.10 μέτρα και μέσα φιλοξενείται η εικόνα του Αγίου Παΐσιου, ένα καντηλάκι και ένα μανουάλι. Στην Ελλάδα υπάρχουν ελάχιστα παρόμοια εκκλησάκια τόποι προσκυνήματος μέσα σε δέντρο και κεντρίζουν το ενδιαφέρον Ελλήνων και ξένων επισκεπτών. Σημειώνεται ότι από το χωριό Αγία Βαρβάρα, σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, πέρασε και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, εξ ου και εκατό μέτρα από τη δεντροκλησσιά υπάρχει ένα εκκλησάκι προς τιμήν του Άγιου Κοσμά του Αιτωλού.


Η εντυπωσιακή δενδροκλησσιάΟ Άγιος Παΐσιος o Αγιορείτης (κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης, 25 Ιουλίου 1924 -12 Ιουλίου 1994) ήταν Έλληνας Καππαδόκης μοναχός που έζησε κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα και έγινε ευρέως γνωστός για τον βίο και το έργο του. Η κατάταξή του ως αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας πραγματοποιήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στις 13 Ιανουαρίου του 2015. Η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του στις 12 Ιουλίου.


Ο Αρσένιος Εζνεπίδης γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των Φαράσων, ενώ η μητέρα του λεγόταν Ευλαμπία. Είχε ακόμα 8 αδέλφια. Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, βαφτίστηκε από τον ιερέα της ενορίας Αρσένιο, τον οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνώρισε ως άγιο το 1988. Ο Αρσένιος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει. Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μι-κρού τότε Αρσένιου, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, λόγω της ανταλλαγής πληθυσμών, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά. Στη συνέχεια μετέβη στην Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο, για ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε στην Κόνιτσα.

 

Εκεί ο Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του «με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο». Από μικρός συνεχώς είχε μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε». Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στο στρατό ο Αρσένιος δούλεψε σαν ξυλουργός. Όταν του παραγγελλόταν να κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, ο ίδιος, συμμεριζόμενος την θλίψη της οικογένειας, αλλά και τη φτώχεια της εποχής, δεν ζητούσε χρήματα. Ο Αρσένιος εισήλθε πρώτη φορά στο Άγιο Όρος για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στα κοσμικά για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του, έτσι το 1950 πήγε στο Άγιο Όρος. Το 1956, χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» και πήρε το «Μικρό Σχήμα». Τότε ήταν τελικά που ονομάστηκε και «Παΐσιος», χάρη στον Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον Β', ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του. To 1962 πήγε στο Όρος Σινά, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια.


Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος. Το Νοέμβριο του 1993 βγήκε για τελευταία φορά από το Όρος και πήγε στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσε¬νίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί έμεινε για λίγες μέρες και ενώ ετοιμαζόταν να φύγει ασθέ¬νησε και μεταφέρθηκε στο Θεαγένειο, όπου έγινε διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Θεώρησε τον καρκίνο εκπλήρωση αιτήματός του προς το Θεό και ωφέλιμο για την πνευματική του υγεία. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 χειρουργήθηκε. Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε, αλλά παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ, ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει. Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοίνωσαν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Τελικά απεβίωσε την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 και ώρα 11:00 και ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην Εορτή του, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.