Πρόσφατα το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου (ΔΣΕ) παρουσίασε κάποια πρώτα συμπεράσματα από την διεθνή μελέτη που εκπονησε για τον υπολογισμό του κόστους παραγωγής ενός κιλού παρθένου ελαιολάδου, σε ευρώ, για διαφορετικά συστήματα καλλιέργειας της ελιάς.

 

iocΕπικεφαλής είναι δύο εμπειρογνώμονες με σταθερή σταδιοδρομία στην περιοχή του υπό εξέταση αντικειμένου, τους José María Penco και Juan Vilar, οι οποίοι συνέταξαν την μελέτη και τα συμπεράσματά της. Ο πρώτος είναι γεωπόνος και διευθυντής προγράμματος της Ισπανικής Ένωσης Ελαιοκομικών Δήμων (AEMO), ενώ ο δεύτερος έχει διδακτορικό στα Οικονομικά και είναι λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Χαέν στην Ισπανία, αν και επί του παρόντος απουσιάζει με άδεια. Και οι δύο επελέγησαν ως επικεφαλής της μελέτης από εμπειρογνώμονες των χωρών μελών του ΔΣΕ κατά την διάρκεια ενημερωτικής συνεδρίασης Ομάδα Εργασίας για τη διεξαγωγή της μελέτης.

Ακολουθεί μια σύνοψη της εργασιακής προσέγγισης και της μεθοδολογίας που εφαρμόστηκε καθώς και των προκαταρκτικών αποτελεσμάτων και συστάσεων.

Εισαγωγή και μεθοδολογία
Ο τομέας του ελαιολάδου παγκοσμίως δημιουργεί ένα κύκλο εργασιών μεταξύ 6.500 και 11.000 εκατομμυρίων € ανά καλλιεργητική περίοδο και παρέχει τα προς το ζην σε περισσότερους από 30 εκατομμύρια ανθρώπους, οι οποίοι συγκροτούν 7 εκατομμύρια νοικοκυριά. Οι ελιές καλλιεργούνται σε 11 εκατομμύρια εκτάρια γης, κατανεμημένα σε 47 χώρες παραγωγής σε διάφορα σημεία και στις πέντε ηπείρους.


Επί του παρόντος, το ελαιόλαδο καταναλώνεται σε περισσότερες από 160 χώρες. Σύμφωνα με τα στοιχεία των καλλιεργειών για το 2012, παρήχθησαν και καταναλώθηκαν 3,1 εκατομμύρια τόνοι ελαιολάδου, σε σύνολο 184 εκατομμυρίων τόνων όλων των βρώσιμων ελαίων και λιπών, εκ των οποίων τα 24 εκατομμύρια είναι ζωικής προέλευσης. Δηλαδή το ελαιόλαδο υπολογίζεται στο 1,7% του συνόλου των βρώσιμων φυτικών και ζωικών λιπών.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου αποτελεί στρατηγικό τομέα της οικονομίας και έχει σημαίνοντα ρόλο στη διεθνή σκηνή. Είναι επίσης ένας τομέας όπου η παραγωγή και η κατανάλωση έχουν τα δικά τους ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά.


Ο στόχος της μελέτης – η οποία αποτελείται από πέντε μέρη – ήταν να διαπιστωθεί το κόστος παραγωγής ενός κιλού παρθένου ελαιολάδου, εκφρασμένο σε ευρώ, για διαφορετικά συστήματα καλλιέργειας της ελιάς.
Το πρώτο μέρος ασχολείται με τη μεθοδολογία και καλύπτει την ανάλυση των διαφόρων προτεινόμενων συστημάτων καλλιέργειας, την προετοιμασία των ερωτηματολογίων της έρευνας, την ανάλυση των αποτελεσμάτων και άλλες πτυχές. Κατόπιν γίνεται περιγραφή της παραγωγής ελαιολάδου στις χώρες που συμμετέχουν στη μελέτη, βάσει σειράς στοιχείων που επιτρέπουν μια ολοκληρωμένη τομεακή διάγνωση.


Το πρώτο βήμα ήταν να διακριθεί ο κόσμος της ελαιοκαλλιέργειας σε επτά διαφορετικά συστήματα καλλιέργειας:
-S1: Παραδοσιακές ξηρικές σε απότομες πλαγιές
-S2: Παραδοσιακές αρδευόμενες σε απότομες πλαγιές
-S3: Παραδοσιακές ξηρικές σε μέτριες κλίσεις
-S4: Παραδοσιακές αρδευόμενες σε μέτριες κλίσεις
-S5: Εντατικές ξηρικές
-S6: Εντατικές αρδευόμενες
-S7: Υπερεντατικά αρδευόμενες


Ένα σύνολο ερωτηματολογίων έχει σχεδιαστεί για τη συλλογή των αναγκαίων στοιχείων για τα έτη συγκομιδής 2009/10, 2010/11, 2011/12 και 2012/13. Τα ερωτηματολόγια συμπληρώθηκαν από εμπειρογνώμονες που ορίστηκαν από τις χώρες μέλη.
Για να υπολογιστεί το κόστος παραγωγής ενός κιλού ελιών, οι ερωτηθέντες κλήθηκαν να περιγράψουν λεπτομερώς το κόστος της λίπανσης, της φυτοπροστασίας, της διαχείρισης του εδάφους, του κλαδέματος, της συγκομιδής και της άρδευσης σε κάθε σύστημα (S1 έως S7). Αθροίζοντας το κόστος κάθε μιας από αυτές τις πρακτικές υπολογίζονται οι άμεσες δαπάνες. Indirect costs, amortisation, transport and processing costs were then added to these direct costs to arrive at the overall cost of producing one kilogram of oil in each country.


Το έμμεσο κόστος μεταφοράς και επεξεργασίας στη συνέχεια προστέθηκε σε αυτά τα άμεσα έξοδα για να υπολογιστεί το συνολικό κόστος παραγωγής ενός κιλού ελαιολάδου σε κάθε χώρα.
Αποτελέσματα και αντιπροσωπευτικότητα
Ένα δείγμα ελαιοκομικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων επιλέχθηκε για τη μελέτη. Οι χώρες μέλη του ΔΣΕ παρείχαν δεδομένα για λογαριασμό της μελέτης από 9.954.169 εκτάρια ή του 89% των παγκόσμιων ελαιώνων. Η ομάδα εργασίας ήταν επίσης σε θέση να συλλέξει δεδομένα σχετικά με τις νεοεισερχόμενες χώρες στην ελαιοπαραγωγή όπου οι καλλιέργειες ελιάς ανέρχονται σε 293.000 εκτάρια, αντιπροσωπεύοντας ένα μερίδιο της τάξης του 2,7 % της παγκόσμιας έκτασης. Παρά το γεγονός ότι τα αποτελέσματα είναι μόνο προκαταρκτικά και στο στάδιο της επανεξέτασης πριν παρουσιαστούν και δημοσιευθούν, είναι εντελώς συνεκτικά και συμπίπτουν σχεδόν πλήρως με τα πορίσματα των άλλων ανάλογων μελετών που έχουν πραγματοποιηθεί από τους δύο επικεφαλής της μελέτης χρησιμοποιώντας την ίδια ή παρόμοια μεθοδολογία.


Συστάσεις

Η κατάληξη της μελέτης θα είναι πολύ σημαντική για τον σχεδιασμό στρατηγικών και δημιουργίας μέτρων βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας των ελαιοκομικών γεωργικών στις περισσότερες μειονεκτούσες περιοχές παγκοσμίως, για παράδειγμα:


1. Χρησιμοποιώντας την κατάρτιση και τη μεταφορά γνώσης ως εργαλεία βελτιστοποίησης του κόστους στις χώρες των οποίων τα δεδομένα δείχνουν ότι οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται δεν είναι οι καταλληλότερες για κερδοφορία.
2. Βελτιώνοντας την ποιότητα των ελαίων και τονίζοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, ειδικά των ελαίων που παράγονται στα παραδοσιακά συστήματα S1, S2, S3 και S4. 3. Ενθαρρύνοντας ελαιώνες και ελαιοτριβεία να γίνει ανταγωνιστικότερα μέσω στρατηγικών συνεταιρισμών όπως η ολοκλήρωση ή η συγκέντρωση.
4. Με καλύτερη αξιοποίηση των υποπροϊόντων και την αναζήτηση νέων χρήσεων μέσω της έρευνας, της ανάπτυξης και της τεχνολογικής εξέλιξης.
5. Με μετατροπή των S1, S2, S3 και S4 ελαιώνων σε πιο εντατικά συστήματα, όταν το έδαφος, η διαθεσιμότητα και το μέγεθος του νερού το επιτρέπουν.
6. Ενθαρρύνοντας την προώθηση ως ένα από τα πλέον σημαίνοντα στρατηγικά εργαλεία ενίσχυσης της τρέχουσας τάσης της παγκόσμιας κατανάλωσης και για την αύξηση της εκτίμησης των καταναλωτών για το ελαιόλαδο.


  Μπορείτε να δείτε σχετική ανάρτηση (στα αγγλικά) στην ιστοσελίδα του ΔΣΕ πατώντας εδώ